ΠΑΡ η: 34 μακάριος ο άνθρωπος όστις μου ακούση αγρυπνών καθ ημέραν εν ταις πύλαις μου περιμένων εις τους παραστάτας των θυρών μου
ΠΑΡ λα: 27 επαγρυπνεί εις την κυβέρνησιν του οίκου αυτής και άρτον οκνηρίας δεν τρώγει
ΑΣΜ ε: 2 εγώ κοιμώμαι αλλ η καρδία μου αγρυπνεί· φωνή του αγαπητού μου κρούει·άνοιξον μοι, αδελφή μου, αγαπητή μου, περιστερά μου, αμώμητέ μου· διότι η κεφαλή μου εγέμισεν από δρόσου· οι βόστρυχοι μου από ψεκάδων της νυκτός
ΜΑΤΘ κδ: 42 Αγρυπνείτε λοιπόν, διότι δεν εξεύρετε ποία ώρα έρχεται ο κύριος υμών. …Ω43 Τούτο δε γινώσκετε, ότι εάν ήξευρεν ο οικοδεσπότης εν ποία φυλακή της νυκτός έρχεται ο κλέπτης, ήθελεν αγρυπνήσει, και δεν ήθελεν αφήσει να διαρυχθή η οικία αυτού.
ΜΑΤΘ κε: 13 Αγρυπνείτε λοιπόν, διότι δεν εξεύρετε την ημέραν, ουδέ την ώραν, καθ’ ήν ο Υιός του ανθρώπου έρχεται.
ΜΑΤΘ κς:38 Τότε λέγει προς αυτούς, Περίλυπος είναι η ψυχή μου έως θανάτου· μείνατε εδώ και αγρυπνείτε μετ’ εμού. … 40 Και έρχεται προς τους μαθητάς, και ευρίσκει αυτούς κοιμωμένους, και λέγει προς τον Πέτρον, Ούτω δεν ηδυνήθητε μίαν ώραν να αγρυπνήσητε μετ’ εμού; Αγρυπνείτε και προσεύχεσθε, δια να μη εισέλθητε εις πειρασμόν·το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σάρξ ασθενής. (àΜΑΡΚ ιδ:38)
ΜΑΡΚ ιγ: 33 Προσέχετε, αγρυπνείτε και προσεύχεσθε διότι δεν εξεύρετε πότε είναι ο καιρός. Επειδή τούτο θέλει είσθαι ως άνθρωπος αποδημών, όστις αφήκε την οικίαν αυτού, και έδωκεν εις τους δούλους αυτού την εξουσίαν, και εις έκαστον το έργον αυτού, και εις τον θυρωρόν προσέταξε να αγρυπνή. 35 Αγρυπνείτε λοιπόν (διότι δεν εξεύρετε πότε έρχεται ο κύριος της οικίας, την εσπέραν, ή το μεσονύκτιον, ή όταν φωνάζη ο αλέκτωρ, ή το πρωϊ) 36 Μήποτε ελθών εξαίφνης, σας εύρη κοιμωμένους. 37 Και όσα λέγω προς εσάς, προς πάντας λέγω, Αγρυπνείτε.
ΛΟΥΚ ιβ: 35 Ας ήναι αι οσφύες σας περιεζωσμέναι, και οι λύχνοι καιόμενοι·36 και σεις, όμοιοι με ανθρώπους οίτινες προσμένουσι τον κύριον αυτών, πότε θέλει επιστρέψει εκ των γάμων, δια να ανοίξωσιν ευθύς εις αυτόν, όταν έλθη και κρούση. … 37 Μακάριοι οι δούλοι εκείνοι, τους οποίους ελθών ο κύριος θέλει ευρεί αγρυπνούντας· αληθώς σας λέγω ότι θέλει περιζωσθή, και καθίσει αυτούς εις την τράπεζαν, και ελθών εις το μέσον θέλει υπηρετήσει αυτούς. 38 Και εάν έλθη εν τη δευτέρα φυλακή, και εν τη τρίτη φυλακή έλθη, και εύρη ούτω μακάριοι είναι οι δούλοι εκείνοι. 39 Τούτο δε γινώσκετε, ότι, εάν ήξευρεν ο οικοδεσπότης ποίαν ώραν ο κλέπτης έρχεται, ήθελεν αγρυπνήσει, και δεν ήθελεν αφήσει να διορυχθή ο οίκος αυτού. 40 Και σεις λοιπόν γίνεσθε έτοιμοι διότι καθ’ ην ώραν δεν στοχάζεσθε, έρχεται ο Υιός του ανθρώπου.
ΛΟΥΚ κα:36 Αγρυπνείτε λοιπόν δεόμενοι εν παντί καιρώ, δια να καταξιωθήτε να εκφύγητε πάντα ταύτα τα μέλλοντα να γείνωσι, και να σταθήτε έμπροσθεν του Υιού του ανθρώπου. (àΜΑΡΚ ιγ:33)
ΠΡΑΞ κ:30 Και εξ υμών αυτών θέλουσι σηκωθή άνθρωποι λαλούντες διεστραμμένα, διά να αποσπώσι τους μαθητάς, οπίσω αυτών. Διά τούτο αγρυπνείτε.
Β’ ΚΟΡ ια:27 νΕν κόπω και μόχθω, εν αγρυπνίας πολλάκις, εν πείνη και δίψη, εν νηστείαις πολλάκις, εν ψύχει και γυμνότητι. (àΒ’ ΚΟΡ ς:5) (Τα παθήματα του Παύλου)
ΕΦΕΣ ε:16 Εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, διότι αί ημέραι είναι πονηραί.
ΕΦΕΣ ς:18 Και είς αυτό τούτο αγρυπνούντες με πάσαν προσκαρτέρησιν και δέησιν υπέρ πάντων των αγίων.
Α’ ΘΕΣ ε:6 Άρα λοιπόν ας μη κοιμώμεθα ως και οι λοιποί, αλλ’ ας αγρυπνώμεν, και ας εγκρατευώμεθα.
Β’ ΤΙΜ δ:5 Σύ δε αγρύπνει εις πάντα κακοπάθησον.
Α’ΠΕΤ δ: 7 Πάντων δε το τέλος επλησίασε· φρονίμως λοιπόν διάγετε, και αγρυπνείτε εις τας προσευχάς.
Α’ ΠΕΤ ε:8 Εγκρατεύθητε, αγρυπνήσατε, διότι ο αντίδικος σας διάβολος, ως λέων ωρυόμενος, περιέρχεται, ζητών τίνα να καταπίη.
ΑΠΟΚ γ: 2 Γίνου άγρυπνος, και στήριξον τα λοιπά τα οποία μέλλουσι να αποθάνωσι· διότι δεν εύρηκα τα έργα σου τέλεια ενώπιον του Θεού. 3 Ενθυμού λοιπόν πως έλαβες και ήκουσας, και φύλαττε αυτά, και μετανόησον· εάν λοιπόν δεν αγρυπνήσης, θέλω ελθεί επί σε ως κλέπτης, και δεν θέλεις γνωρίσει ποίαν ώραν θέλω ελθεί επί σε.
ΑΠΟΚ ις:15 Ιδού, έρχομαι ως κλέπτης, μακάριος όστις αγρυπνεί, και φυλάττει τα ιμάτια αυτού.
Comments