top of page
Αναζήτηση

Δουλεία

Έγινε ενημέρωση: 15 Οκτ 2022

Εισαγωγή

Η δουλεία αποτελεί ένα «έγκλημα διαρκείας», και προέρχεται από το επίθετο δούλος (υπηρέτης, ακόλουθος σύμφωνα με την αρχαία ελληνική γραμματεία), που προήλθε από την αρχαιότερη λέξη δόελος ή αλλού δόερος. Βέβαια, υπάρχουν και πολλές άλλες συνώνυμες λέξεις όπως «σκλάβος», «οικέτης», ή ανδράποδον».

Πρόκειται για μια δυστυχή κατάσταση ανθρώπων που, ενώ εργάζονται σκληρά για χάρη των "κυρίων" τους, δεν λαμβάνουν μέρος στα οφέλη που η εργασία τους παράγει. Ουσιαστικά η δουλεία συνεπαγόταν όχι μόνον τον κοινωνικό θάνατο του ατόμου, αλλά και την αφαίρεση αυτής καθαυτής της ανθρώπινης υπόστασης. Ο δούλος υποβιβαζόταν σε αντικείμενο τόσο ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς όσο και ως προς τη χρήση. Τα δικαιώματα του δουλοκτήτη επάνω στον δούλο - ιδιοκτησία του, ήταν απόλυτα σε πολλά επίπεδα.

Ο θεσμός της δουλείας, έρχεται από τις πρώτες οργανωμένες κοινωνίες του ανθρώπινου γένους, μεταλλάχτηκε λαμβάνοντας διαφορετικές μορφές στη ροή της ιστορίας, ενώ η ολοκληρωτική αποκήρυξη της δουλείας δεν συνέβη παρά μόνο σχετικά πρόσφατα.

Η «δουλεία», ήταν ένας θεσμός που πάνω του είχε δομηθεί ολόκληρη η αρχαία οικονομία. Ο δούλος, ήταν η μηχανή που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι για κάθε είδους εργασία. Η παρουσία φθηνών ξένων δούλων στις αρχαιοελληνικές κοινωνίες και αργότερα στην ρωμαϊκή αυτοκρατορία, ήταν το όχημα, με το οποίο οι ανώτερες τάξεις ξεπέρασαν την ανάγκη να αφιερώνουν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους σε χειρωνακτικές εργασίες αναφορικά με το βιοπορισμό τους.

Είναι γεγονός ότι συχνά ο Χριστιανισμός κατηγορείται συχνά ότι κράτησε παθητική στάση απέναντι στο φαινόμενο τη δουλείας, δημιουργώντας μια λανθασμένη εικόνα σε ένα μεγάλο σύνολο ανθρώπων. Η αλήθεια όμως είναι πως δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε τη Βίβλο αποσπασματικά, δίχως να λαμβάνουμε υπόψη το γενικότερο πνεύμα μέσα στο οποίο αναπτύχθηκαν και ωρίμασαν όλες οι ιδέες του Χριστιανισμού.

Ειδικότερα, ο απόστολος Παύλος κατηγορείται από κάποιους ότι υπέθαλψε την δουλεία με τα γραφόμενα στις επιστολές του. Ο ίδιος όμως ο απόστολος των Εθνών όπως θα δούμε παρακάτω, αντιμετώπισε τη δουλεία με το ίδιο πνεύμα του Ιησού Χριστού, που ήλθε στη γη με μοναδικό σκοπό να γίνει ο ίδιος δούλος, για τη σωτηρία των ανθρώπων.

Πέρα από την κοινωνιολογική προσέγγιση, η δουλεία ως φαινόμενο αντιμετωπίστηκε από το Χριστιανισμό με πνευματικά κυρίως όπλα. Κατά τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, ο Παύλος σκόπιμα δεν μιλά εναντίον της δουλείας, αφού αυτή αποτελούσε ένα θεμελιώδη θεσμό στην αρχαιότητα, όπου πάνω της στηριζόταν ολόκληρη η οικονομία και ευρύτερα η οργάνωση της κοινωνίας. Επιπλέον, εάν ο Χριστιανισμός προσπαθούσε να ανατρέψει αυτόν τον θεσμό, αναμφίβολα θα εισέπραττε από όλους βλασφημίες και κατηγορίες, διότι η υφιστάμενη κοινωνική κατάσταση τόσο η δομική και οικονομική όσο και η αξιακή (status quo) δεν ήταν εύφορη για κάτι τέτοιο, με αποτέλεσμα να έχανε εξ αρχής τον βασικό προορισμό της.

Συμπερασματικά, ο Χριστιανισμός κατάφερε αυτό που δεν είχαν καταφέρει οι τόσες και τόσες επαναστάσεις των δούλων. Κατόρθωσε να επικρατήσει στη γη, ωρίμασε τον ανθρώπινο νου μέσα στους αιώνες ενώ ταυτόχρονα μαλάκωσε τις καρδιές των ανθρώπων. Αφύπνισε συνειδήσεις, δίνοντας τη δυνατότητα αντιμετώπισης της ζωής υπό άλλο πρίσμα, μέσα από την ισότητα, την αλληλεγγύη, το σεβασμό και τελικά την αγάπη και πνευματική ολοκλήρωση.


Η δουλεία την εποχή της Παλαιάς Διαθήκης

Η πρώτη φορά που αναφέρεται η έννοια "δούλος" στη Βίβλο, αναφέρεται σαν κατάρα.

ΓΕΝ 9:24  Ανανήψας δε ο Νώε από του οίνου αυτού, έμαθεν όσα έκαμεν εις αυτόν ο υιός αυτού ο νεώτερος. 25  Και είπεν, Επικατάρατος ο Χαναάν· δούλος των δούλων θέλει είσθαι εις τους αδελφούς αυτού. 

Στην εποχή της Παλαιάς Διαθήκης, η δουλεία ήταν καθολικά αποδεκτή στο πλαίσιο της εποχής. Η Βίβλος μάλιστα, αναγνώριζε τον δούλο, ως ιδιοκτησία του κυρίου του, καθώς είχε αγοραστεί με τα χρήματα του (διότι είναι αργύριον αυτού).

ΕΞΟΔ 21:20  Και εάν τις πατάξη τον δούλον αυτού ή την δούλην αυτού με ράβδον, και αποθάνη υπό τας χείρας αυτού, θέλει εξάπαντος τιμωρηθή. 21  Αν όμως ζήση μίαν ημέραν ή δύο, δεν θέλει τιμωρηθή· διότι είναι αργύριον αυτού

Παρόλα αυτά, κάποιες εντολές της Παλαιάς Διαθήκης, αποτέλεσαν τη βάση μιας πιο ηθικής και δίκαιης λειτουργίας του θεσμού της δουλείας, πάντα στα πλαίσια της εποχής, όταν στα υπόλοιπα έθνη, ο δούλος ήταν απλά ένα αντικείμενο και επιτρεπόταν η θανάτωσή του από το αφεντικό του, χωρίς καμία απολύτως συνέπεια. Αν, για παράδειγμα ο δούλος ήταν Εβραίος, έπρεπε ο κύριός του να τον αφήσει ελεύθερο τον έβδομο χρόνο χωρίς καμιά εξαγορά. Ακόμα απαγορευόταν ως θανάσιμη αμαρτία ο ανδραποδισμός (απαγωγή και πώληση ανθρώπου ως δούλου).

ΕΞΟΔ 21:2  Εάν αγοράσης δούλον Εβραίον, εξ έτη θέλει δουλεύσει· εν δε τω εβδόμω θέλει εξέλθει ελεύθερος, δωρεάν. 3  Εάν εισήλθε μόνος, μόνος θέλει εξέλθει· εάν είχε γυναίκα, τότε η γυνή αυτού θέλει εξέλθει μετ' αυτού. 

ΕΞΟΔ 21:16  Και όστις κλέψη άνθρωπον και πωλήση αυτόν, ή εάν ευρεθή εις τας χείρας αυτού, θέλει εξάπαντος θανατωθή. 

ΔΕΥΤ 24:7  Εάν τις φωραθή κλέπτων (απαγάγει) τινά εκ των αδελφών αυτού εκ των υιών Ισραήλ, και καταδουλώσας αυτόν επώλησε, τότε ο κλέπτης ούτος θέλει θανατόνεσθαι και θέλεις εξαφανίσει το κακόν εκ μέσου σου. 

Εκτός από το 7ο έτος που γινόταν η απελευθέρωση ενός δούλου, ήταν και το 50ο, που ελευθερώνονταν όχι μόνο οι δούλοι, αλλά και τα κτήματα που κατακρατούνταν για τα χρέη κλπ.

Οι αλλογενείς δούλοι των Εβραίων απολάμβαναν κι αυτοί την ίδια ήπια μεταχείριση και μπορούσαν να παίρνουν μέρος στις θρησκευτικές γιορτές των κυρίων τους, αφού πρώτα υποβάλλονταν σε περιτομή

ΕΞΟΔ 12:44 και έκαστος δούλος αργυρώνητος αφού περιτμηθή, τότε θέλει φάγει απ' αυτού· 

Σε όλες τις περιπτώσεις που ο Μωσαϊκός Νόμος δίνει λεπτομερείς διατάξεις για τους Ισραηλίτες δούλους, τονίζεται από τη Βίβλο:

ΛΕΥ 25:42  Διότι δούλοί μου είναι ούτοι, τους το οποίους εξήγαγον εκ γης Αιγύπτου· δεν θέλουσι πωλείσθαι, καθώς πωλείται δούλος. 43  Δεν θέλεις δεσπόζει επ' αυτόν μετά αυστηρότητος αλλά θέλεις φοβηθή τον Θεόν σου. ... 55  Διότι εις εμέ οι υιοί του Ισραήλ είναι δούλοι· δούλοί μου είναι, τους οποίους εξήγαγον εκ γης Αιγύπτου. Εγώ είμαι Κύριος ο Θεός σας. 

Η ανάμνηση της δουλείας στην Αίγυπτο ήταν εφιαλτική για τους Ισραηλίτες. Η απελευθέρωσή τους είχε στοιχίσει τόσες ταλαιπωρίες αλλά και τόσες θαυμαστές επεμβάσεις του Θεού. Και όταν πια ήταν ελεύθεροι από κάθε ξένο κύριο, έπρεπε να νιώθουν ηθικά δεσμευμένοι με τον ελευθερωτή τους. Στο σημείο αυτό ακριβώς βρίσκεται η μεταστροφή της συνείδησης του λαού Ισραήλ από την εμπειρία της απελευθέρωσης, που αυθόρμητα υποβάλλει σ’ έναν ολόκληρο λαό την ηθική υποχρέωση να αφοσιωθεί θεληματικά στον ελευθερωτή του.

Κάτι τέτοιο ήταν άγνωστο ανάμεσα στα ειδωλολατρικά έθνη. Οι Ισραηλίτες βγήκαν από το πιο φλογερό καμίνι της δουλείας και ήξεραν τι θα πει σωματική και ψυχική εξουθένωση από έναν σκληρό και ειδωλολάτρη αφέντη.

Όταν ο Θεός ελευθερώνει τον άνθρωπο από τα πάθη του, δημιουργείται ένας ηθικός δεσμός ανάμεσα στον Θεό και στη συνείδηση του λυτρωμένου, θεμελιώνεται μια άλλη έννοια δουλείας, που έχει ηθική και τιμητική σημασία, γιατί η ενέργεια του Θεού υψώνει τον άνθρωπο σε μια ανώτερη πνευματική κατάσταση και τον καθιστά ελεύθερη ηθική προσωπικότητα.

Έτσι, ο Θεός αποκαλεί κι αυτόν τον Μωυσή «θεράποντα» που σημαίνει δούλος, γιατί κι αυτός βγήκε από το ίδιο καμίνι της αιγυπτιακής δουλείας, πριν αναλάβει τον ηγετικό ρόλο στους ομοεθνείς του.

ΕΞΟΔ 14:31  Και είδεν ο Ισραήλ το μέγα εκείνο έργον, το οποίον έκαμεν ο Κύριος επί τους Αιγυπτίους· και εφοβήθη ο λαός τον Κύριον, και επίστευσεν εις τον Κύριον, και εις τον Μωϋσήν τον θεράποντα αυτού. 

Μέσα στο ίδιο πνεύμα, ο Θεός αποκάλεσε «δούλο» του τον Χάλεβ:

ΑΡΙΘ 14:24  Τον δε δούλον μου Χάλεβ, επειδή έχει εν εαυτώ άλλο πνεύμα και με ηκολούθησεν εντελώς, τούτον θέλω φέρει εις την γην εις την οποίαν εισήλθε, και το σπέρμα αυτού θέλει κληρονομήσει αυτήν. 

Σε άλλες περιπτώσεις, ο Ιησούς του Ναυή λέγεται υπηρέτης ή «θεράπων» του Μωυσή (Έξοδος 24:13, Ιησ. Ναυή 1:1) και ο Ελισσαιέ αναφέρεται ότι «υπηρετούσε» τον Ηλία (Α' Βασιλέων 19:21).

Εδώ λοιπόν, πρόκειται για έναν ιδιαίτερα πνευματικό σύνδεσμο, πολύ συνηθισμένο στη Βίβλο, μεταξύ ανθρώπων με ηθικό ανάστημα, που είχαν μια ακαταμάχητη έλξη αναμεταξύ τους και που ήταν απαραίτητη για τη πνευματική πρόοδο του λαού Ισραήλ.

Έτσι, στη πίστη των αρχαίων Ισραηλιτών, στις σχέσεις ανάμεσα σε πνευματικούς ανθρώπους και μεταξύ του Θεού και πιστών ανθρώπων, υπάρχει θεμελιωμένη η έννοια της ηθικής εξάρτησης, που παίρνει χωρίς καμία παρεξήγηση, την ονομασία του δούλου ή του θεράποντα ή του υπηρέτη. Έτσι, η έννοια της δουλείας χάνεται χωρίς καθόλου να ταυτίζεται με εκείνη της εθνικής δουλείας.

Η ίδια έννοια της πνευματικής δουλείας, του δούλου του Θεού, μεταπηδά από την Παλαιά Διαθήκη στην Καινή με πολύ πιο πλατύ ορίζοντα και πιο βαθύ νόημα.


Η δουλεία την εποχή της Καινής Διαθήκης

Ο πρώτος που αποκαλεί τον εαυτό του «δούλο», με την ηθική έννοια, είναι ο Συμεών, που με θεία αποκάλυψη δεσμεύτηκε να προσμένει να δει τον Σωτήρα του κόσμου. Και όταν αξιώθηκε να βρεθεί σ’ αυτήν την μακάρια στιγμή, είπε το γνωστό:

ΛΟΥΚ 2:29  Νυν απολύεις τον δούλον σου, δέσποτα, κατά το ρήμα σου, εν ειρήνη· 30  διότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, 31  το οποίον ητοίμασας ενώπιον πάντων των λαών, 

Είναι αξιοσημείωτο ότι η έννοια της δουλείας στον Θεό γεφυρώνει τις δυο διαθήκες, Παλαιά και Καινή, με συνδετικό κρίκο την προσδοκία του Λυτρωτή του κόσμου. Ο Συμεών είναι ο τελευταίος δούλος του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη και ο πρώτος στην Καινή.

Έπειτα, εκείνος που μίλησε πρώτος στην Καινή Διαθήκη για τη δουλεία, είναι ο Κύριός μας ο Ιησούς Χριστός, που θα τονίσει τον ηθικό ξεπεσμό του ανθρώπου και θα ταυτίσει τον άνθρωπο που κάνει την αμαρτία, με «δούλο της αμαρτίας»:

ΙΩΑ 8:31  Έλεγε λοιπόν ο Ιησούς προς τους Ιουδαίους τους πιστεύσαντας εις αυτόν· Εάν σεις μείνητε εν τω λόγω τω εμώ, είσθε αληθώς μαθηταί μου, 32  και θέλετε γνωρίσει την αλήθειαν, και η αλήθεια θέλει σας ελευθερώσει. 33  Απεκρίθησαν προς αυτόν· Σπέρμα του Αβραάμ είμεθα, και δεν εγείναμεν δούλοι εις ουδένα πώποτε· πως συ λέγεις ότι θέλετε γείνει ελεύθεροι; 34  Απεκρίθη προς αυτούς ο Ιησούς· Αληθώς, αληθώς σας λέγω ότι πας όστις πράττει την αμαρτίαν δούλος είναι της αμαρτίας. 35  Ο δε δούλος δεν μένει πάντοτε εν τη οικία· ο υιός μένει πάντοτε. 36  Εάν λοιπόν ο Υιός σας ελευθερώση, όντως ελεύθεροι θέλετε είσθαι. 

Έπειτα, ο απόστολος Παύλος που είχε την πολύ πικρή εμπειρία από τους διωγμούς που ο ίδιος οργάνωνε ενάντια στους πρώτους πιστούς του Χριστού, είχε και πολύ πιο ισχυρούς λόγους να μιλάει για τη δουλικότητα του ανθρώπου, που έχει πέσει στο δίχτυ της αμαρτίας, ώστε να τονίσει ιδιαίτερα αυτή τη μετάσταση της δουλείας από την αμαρτία στην υπηρεσία του Θεού:

ΡΩΜ 6:16  Δεν εξεύρετε ότι εις όντινα παριστάνετε εαυτούς δούλους προς υπακοήν, είσθε δούλοι εκείνου εις τον οποίον υπακούετε, ή της αμαρτίας προς θάνατον ή της υπακοής προς δικαιοσύνην; 17  Χάρις όμως εις τον Θεόν, διότι υπήρχετε δούλοι της αμαρτίας, πλην υπηκούσατε εκ καρδίας εις τον τύπον της διδαχής, εις τον οποίον παρεδόθητε, 18  ελευθερωθέντες δε από της αμαρτίας, εδουλώθητε εις την δικαιοσύνην· 19  ανθρωπίνως λέγω διά την ασθένειαν της σαρκός σας. Διότι καθώς παρεστήσατε τα μέλη σας δούλα εις την ακαθαρσίαν και εις την ανομίαν προς την ανομίαν, ούτω τώρα παραστήσατε τα μέλη σας δούλα εις την δικαιοσύνην προς αγιασμόν. 20  Διότι ότε υπήρχετε δούλοι της αμαρτίας, υπήρχετε ελεύθεροι από της δικαιοσύνης. 

Η μεταστροφή μας σε μια πνευματική κατάσταση που έχει για Κύριο τον ίδιο τον Θεό, θα πρέπει να μας θυμίζει το τι ήμασταν άλλοτε κι αυτό να μας φιλοτιμεί να θέλουμε να παραστήσουμε τώρα όλη την ύπαρξή μας ως ένα όργανο υπηρεσίας στα χέρια του Θεού. Ο ηθικός αγώνας μας συνεχίζεται και εφόσον εμείς εξακολουθούμε να φέρουμε το επίγειο σκήνωμα, δεν μπορούμε να ξεχνάμε το κακόν μας παρελθόν, για να μένουμε πιστοί στον νέο μας Κύριο, αφού αυτός μας ελευθέρωσε από τα πάθη. Έτσι δια της απέραντης ευγνωμοσύνης μας προς τον Κύριο, με ικανοποίηση και με την ελεύθερη θέληση μας, γινόμαστε τώρα δούλοι του Θεού .

Έτσι, στη Καινή Διαθήκη, εδραιώνεται σταθερά η φράση «δούλος του Θεού» και αποδίδεται σε ανθρώπους που τους επισκέφθηκε η θεία χάρη. Τώρα πια, η έννοια «δούλος» παίρνει θέση τιμητικού τίτλου και μπαίνει με το όνομα των πιστών κοντά στο όνομα του Χριστού και του Θεού. Έτσι θα το χρησιμοποιήσουν οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης:

ΡΩΜ 1:1  Παύλος, δούλος Ιησού Χριστού, προσκεκλημένος απόστολος, κεχωρισμένος διά το ευαγγέλιον του Θεού, 

ΦΙΛ 1:1  Παύλος και Τιμόθεος, δούλοι του Ιησού Χριστού, προς πάντας τους αγίους εν Χριστώ Ιησού τους όντας εν Φιλίπποις μετά των επισκόπων και διακόνων. 

ΤΙΤ 1:1  Παύλος, δούλος Θεού, απόστολος δε Ιησού Χριστού κατά την πίστιν των εκλεκτών του Θεού και την επίγνωσιν της αληθείας της κατ' ευσέβειαν 

ΙΑΚ 1:1  Ιάκωβος, δούλος του Θεού και του Κυρίου Ιησού Χριστού, προς τας δώδεκα φυλάς τας διεσπαρμένας, χαίρειν. 

Β' ΠΕΤ 1:1  Συμεών Πέτρος, δούλος και απόστολος του Ιησού Χριστού, προς τους όσοι έλαχον ισότιμον με ημάς πίστιν εις την δικαιοσύνην του Θεού ημών και Σωτήρος Ιησού Χριστού· 

ΙΟΥΔ 1:1  ΙΟΥΔΑΣ δούλος Ιησού Χριστού, αδελφός δε Ιακώβου, προς τους κλητούς τους ηγιασμένους υπό Θεού Πατρός, και τετηρημένους υπό του Ιησού Χριστού 

ΑΠΟΚ 1:1  Αποκάλυψις Ιησού Χριστού, την οποίαν έδωκεν εις αυτόν ο Θεός, διά να δείξη εις τους δούλους αυτού όσα πρέπει να γείνωσι ταχέως, και εφανέρωσεν αυτά αποστείλας διά του αγγέλου αυτού εις τον δούλον αυτού Ιωάννην, 

Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι οι απόστολοι ένιωθαν υπερήφανοι να αποκαλούν τον εαυτό τους δούλο του Χριστού. Είναι πολύ φυσικό να μη νιώθουν μια ίδια υπερηφάνεια όσοι προβάλλουν για συστατικό τους γνώρισμα τη καταγωγή τους, τα πλούτη τους ή τις περγαμηνές της ανθρώπινης σοφίας τους.

Η ομολογία της ιδιότητας του δούλου του Θεού ταυτίζεται με βαθιά γνώση της εσωτερικής μεταστροφής του ανθρώπου, που δεν μπορεί να κρατήσει μυστικά τα αισθήματα ευγνωμοσύνης σ’ Εκείνον που του χάρισε μια καινούργια εμπειρία ζωής.

Η καινούργια αυτή εμπειρία ζωής είναι το κύριο γνώρισμα του δούλου του Θεού. Είναι ακριβώς, αυτό που είπε ο Θεός για τον Χάλεβ, όπως είδαμε πιο πάνω, ότι δηλαδή «έχει μέσα του άλλο πνεύμα».

Ο απόστολος Παύλος δεν κήρυξε πόλεμο κατά της σωματικής δουλείας. Κάτι τέτοιο ήταν πολύ επικίνδυνο να μετατρέψει το κήρυγμα του ευαγγελίου σε αγώνα μόνο για κοινωνική απελευθέρωση. Εξάλλου, ήταν ανάγκη να αποφευχθεί κάθε εμπλοκή, για να γίνει αδάπανο το κήρυγμα της σωτηρίας των ανθρώπων.

Εκείνο για το οποίο αγωνιζόταν, ήταν ο νέος άνθρωπος, η «εν Χριστώ καινούργια κτίση»

Β' ΚΟΡ 5:17  Όθεν εάν τις ήναι εν Χριστώ είναι νέον κτίσμα· τα αρχαία παρήλθον, ιδού, τα πάντα έγειναν νέα. 

ΓΑΛ 6:15  Διότι εν Χριστώ Ιησού ούτε περιτομή ισχύει τι ούτε ακροβυστία, αλλά νέα κτίσις. 

Ο αναγεννημένος άνθρωπος θα μπορούσε μόνος του να βρει τον τρόπο να λύσει μεταγενέστερα τα ατομικά και κοινωνικά του προβλήματα, που ένα από αυτά ήταν κι η σωματική δουλεία. Γι’ αυτό λέει:

ΓΑΛ 3:26  Διότι πάντες είσθε υιοί Θεού διά της πίστεως της εν Χριστώ Ιησού· 27  επειδή όσοι εβαπτίσθητε εις Χριστόν, Χριστόν ενεδύθητε. 28  Δεν είναι πλέον Ιουδαίος ουδέ Έλλην, δεν είναι δούλος ουδέ ελεύθερος, δεν είναι άρσεν και θήλυ· διότι πάντες σεις είσθε εις εν Χριστώ Ιησού· 

Το πιο μεγάλο πρόβλημα του ανθρώπου είναι η πνευματική του αναγέννηση. Αυτή χαρίζει την ηθική του αποκατάσταση μπροστά στον Θεό, κι αυτή τον βοηθάει να αποκαταστήσει τις σχέσεις του με κάθε μεμονωμένο άτομο και με την κοινωνία ολόκληρη. Γι’ αυτό το κήρυγμα της πίστης στον Χριστό δεν μπορεί να αντικατασταθεί με τίποτα, αλλά ούτε και να συγκριθεί ή να συνδεθεί με κάτι άλλο, όσο σπουδαίο κι αν φαίνεται στην ανθρώπινη εκτίμηση.

Αν ο άνθρωπος γινόταν κοινωνικά μόνο ελεύθερος, τίποτα δεν θα μπορούσε να του εγγυηθεί ότι θα αποκτούσε, ταυτόχρονα ή μεταγενέστερα, και την ηθική του απολύτρωση. Αυτό ακριβώς αποδεικνύεται ιστορικά ύστερα από την επίσημη κατάργηση της δουλείας στην Αμερική.

Γι’ αυτό πάλι ο Παύλος θα πει, αν κάποιος μπορεί να αποκτήσει την ελευθερία του χωρίς αυτό να γίνει εις βάρος της πνευματικής του υπόστασης, δηλ. χωρίς ν χρησιμοποιήσει άνομα μέσα, ας το κάνει, αλλιώς ας μένει στη κατάσταση που βρίσκεται αφού μέσα του είναι ελεύθερος απο τον Χριστό.

Α' ΚΟΡ 7:20  Έκαστος εν τη κλήσει, καθ' ην εκλήθη, εν ταύτη ας μένη. 21  Εκλήθης δούλος; μη σε μέλη· αλλ' εάν δύνασαι να γείνης ελεύθερος, μεταχειρίσου τούτο καλήτερα. 22  Διότι όστις δούλος εκλήθη εις τον Κύριον, είναι απελεύθερος του Κυρίου· ομοίως και όστις ελεύθερος εκλήθη, δούλος είναι του Χριστού. 23  Διά τιμής ηγοράσθητε· μη γίνεσθε δούλοι ανθρώπων. 24  Έκαστος, αδελφοί, εις ό,τι εκλήθη, εν τούτω ας μένη παρά τω Θεώ. 

Τα λόγια αυτά θα μπορούσαν να παρεξηγηθούν από έναν θερμόαιμο ακτιβιστή της κοινωνικής ισότητας των ανθρώπων. Αν όμως καλοσκεφτόταν, θα έβλεπε ότι η θέση που πήρε ο απόστολος Παύλος δικαιώθηκε από την ιστορία. Θα μπορούσε κάποιος δίκαια να αγανακτεί, αν βρισκόταν αντιμέτωπος με τη θεωρία του Αριστοτέλη περί «φύσει δούλου». Αν επιχειρούσε να συγκρίνει τη χριστιανική λύση του Παύλου με την αρχαιοελληνική, θα διαπίστωνε ότι η χριστιανική στάση εξουδετέρωσε το πρόβλημα της δουλείας χωρίς κοινωνική αναταραχή, αλλά με την ηθική επανάσταση του ατόμου κατά της ηθικής δουλείας.

Με την προσωπική του λύτρωση, ένας αληθινός Χριστιανός δε νιώθει μόνο ελεύθερος σαν μονάδα, αλλά και κοινωνικά αποκαταστημένος μέσα στο σύνολο των λυτρωμένων, που είναι μέλη του σώματος του Χριστού, δηλαδή της Εκκλησίας.

Α' ΚΟΡ 12:12  Διότι καθώς το σώμα είναι εν και έχει μέλη πολλά, πάντα δε τα μέλη του σώματος του ενός, πολλά όντα, είναι εν σώμα, ούτω και ο Χριστός· 13  διότι ημείς πάντες διά του ενός Πνεύματος εβαπτίσθημεν εις εν σώμα, είτε Ιουδαίοι είτε Έλληνες, είτε δούλοι είτε ελεύθεροι, και πάντες εις εν Πνεύμα εποτίσθημεν. 

Ο Χριστός δέχεται τη δουλεία, ως μια κοινωνική πραγματικότητα της εποχής του. Ο σκοπός του κηρύγματός του δεν αποσκοπούσε σε κοσμική επανάσταση (την οποία πολλοί ζηλωτές Εβραίοι της εποχής του την ανέμεναν) διότι αν αυτός ήταν ο στόχος του, δεν θα κατέληγε ασφαλώς και ο ίδιος πάνω στο σταυρό. Ο Ιησούς θέλησε να ορθώσει επανάσταση εναντίον του κόσμου της φθοράς και η επανάσταση αυτή «συμβαίνει» εντός των ανθρώπων. Παρόλα αυτά, ο ανδραποδισμός, καταδικάζεται ρητά απο τη Καινή Διαθήκη. Ανδραποδιστής είναι αυτός που πουλά ελεύθερο άνθρωπο ως δούλο, δουλέμπορος και ανδραποδίζω, σημαίνει υποδουλώνω, απάγω άνθρωπο ελεύθερο και τον πουλώ ως δούλο, ασκώ το επάγγελμα του δουλεμπόρου.

Α' ΤΙΜ 1:10  πόρνους, αρσενοκοίτας, ανδραποδιστάς, ψεύστας, επιόρκους, και ει τι άλλο αντιβαίνει εις την υγιαίνουσαν διδασκαλίαν, 

Παρ’ όλες τις φυλετικές διαφορές που χωρίζουν τα έθνη μεταξύ τους, και την κακία που κάνει τους ανθρώπους να μισιούνται, υπάρχει μια παγκόσμια πνευματική οικογένεια, που εύκολα μπορεί να οραματιστεί ο άνθρωπος σε μια ευγενική του έξαρση.

Η αρχαία ελληνική φιλολογία, από τον Όμηρο μέχρι τον Θεόκριτο, αποκαλεί τον Δία «πατέρα». Στην Παλαιά Διαθήκη, ο Μωυσής παραπονείται κατά του σκληροτράχηλου Ισραήλ:

ΔΕΥΤ 32:6  Ταύτα ανταποδίδετε εις τον Κύριον, λαέ μωρέ και ασύνετε; δεν είναι αυτός ο πατήρ σου, όστις σε εξηγόρασεν; αυτός όστις σε έπλασε και σε εμόρφωσεν; 

Ο προφήτης Ησαΐας θα προσευχηθεί:

ΗΣΑ 63:16  Συ βεβαίως είσαι ο Πατήρ ημών, αν και ο Αβραάμ δεν εξεύρη ημάς και ο Ισραήλ δεν γνωρίζη ημάς· συ, Κύριε, είσαι ο Πατήρ ημών· Λυτρωτής ημών είναι το όνομά σου απ' αιώνος. 

Και ο Δαβίδ θα προσευχηθεί με τα λόγια:

Α' ΧΡΟ 29:10  Και ευλόγησεν ο Δαβίδ τον Κύριον ενώπιον πάσης της συνάξεως· και είπεν ο Δαβίδ, Ευλογητός συ, Κύριε ο Θεός του Ισραήλ, ο πατήρ ημών, από του αιώνος και έως του αιώνος. 

Στην Καινή Διαθήκη, ο Κύριός μας μίλησε σε πολλές περιπτώσεις για τον Ουράνιο Πατέρα του και Πατέρα μας (Ματθαίος 5:16, 6:1, 23:9, Ιωάννης 20:17, κλπ.) και ιδιαίτερα για τον Πατέρα στη μοναδική σχέση της θεότητας με τον Υιό (Ματθαίος 11:27), που γι’ αυτό «οι Ιουδαίοι ζητούσαν περισσότερο να τον θανατώσουν, επειδή... έλεγε τον Θεό και δικό του πατέρα, κάνοντας τον εαυτό του ίσον με τον Θεό» (Ιωάννης 5:18).

Ύστερα από τη μακραίωνη ευγενική του έξαρση, το ανθρώπινο πνεύμα, που επικαλείτο τη θεϊκή πατρότητα, έφτασε στην εποχή που είχε πια ολοφάνερη την πατρική συγκατάβαση του Θεού με την αποστολή του Υιού στον κόσμο. Η ιστορική αυτή στιγμή στάθηκε κρίσιμη για την τύχη των ανθρώπων αν θα δέχονταν να μπουν στη μεγάλη οικογένεια του ουράνιου Πατέρα ή όχι.

Οι άρχοντες του Ισραήλ, αλλά και πολλοί άλλοι, επίσημοι ή ανεπίσημοι, σπουδαίοι ή αφανείς, πλούσιοι ή φτωχοί, σοφοί ή αμαθείς σκόνταψαν και εξακολουθούν να σκοντάφτουν πάνω στη θεία συγκατάβαση, ακριβώς, γιατί δεν θέλουν να απαλλαγούν από τη δουλεία της αμαρτίας.

Γι’ αυτούς, θα πει ο Χριστός:

ΙΩΑ 8:34  Απεκρίθη προς αυτούς ο Ιησούς· Αληθώς, αληθώς σας λέγω ότι πας όστις πράττει την αμαρτίαν δούλος είναι της αμαρτίας. 35  Ο δε δούλος δεν μένει πάντοτε εν τη οικία· ο υιός μένει πάντοτε. 36  Εάν λοιπόν ο Υιός σας ελευθερώση, όντως ελεύθεροι θέλετε είσθαι. 

Έτσι, και μόνον έτσι, η μεταστροφή του ανθρώπου από την ηθική δουλεία της αμαρτίας στην πίστη του Χριστού τον αποκαθιστά ελεύθερο μέσα στην παγκόσμια πνευματική οικογένεια.

Οι αρχαίοι Έλληνες ένιωθαν πολύ άσχημα για μια συνύπαρξη με τους βαρβάρους. Με πολλές δυσκολίες και με τη βία, μόλις που κατόρθωσε ο Μέγας Αλέξανδρος να σπάσει αυτή τη σοβινιστική πρόληψή τους, και πάλι, όχι αποτελεσματικά.

Όταν ο απόστολος Παύλος ήρθε στην Αθήνα, έψαχνε να βρει συνδετικό κρίκο, που θα γεφύρωνε το φυλετικό χάσμα Ελλήνων και Εβραίων. Σαν τέτοιο στάθηκε κάποιος στίχος του στωικού ποιητή Κλεάνθη:

ΠΡΑΞ 17:28  Διότι εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και υπάρχομεν, καθώς και τινές των ποιητών σας είπον· Διότι και γένος είμεθα τούτου. 

Ένας δούλος σε αρχαία ελληνική οικογένεια, που ήταν για πάντα ενωμένος μαζί της, κατά κανόνα ήταν βάρβαρος και λεγόταν οικέτης. Ο οικέτης δεν μπορούσε να ελευθερωθεί, όπως μπορούσε ο δούλος που χρησίμευε για άλλες δουλειές. Αλλά και οι δύο τους (οικέτης και δούλος) δεν μπορούσαν να θεωρηθούν ισότιμα μέλη της οικογένειας στην οποία ανήκαν.

Η παγκόσμια όμως οικογένεια του Θεού, που κλείνει μέσα της δούλους του Χριστού, έχει ακέραιη τη συνείδηση της αδελφοσύνης και της ισοτιμίας όλων των μελών μεταξύ τους. Και η αδελφοσύνη αυτή εκτείνεται στην αιωνιότητα.

Αν η ανθρώπινη δουλεία χώρισε την ανθρωπότητα κάποτε, και ίσως ακόμα τη χωρίζει, σε αντιμαχόμενες μερίδες, αυτό προερχόταν και εξακολουθεί να προέρχεται από την ανθρώπινη κακία. Η αμαρτία χτύπησε αλύπητα την ανθρωπότητα. Η διεστραμμένη βούληση του ανθρώπου συντηρεί το κακό τροφοδοτώντας τον εγωισμό του, και στάθηκε πάντοτε η πηγή της αμαρτίας.

Τώρα, όμως, που ο Υιός του Θεού ελευθερώνει κάθε άνθρωπο που πιστεύει σ’ Αυτόν, τον καθιστά πνευματικά και κοινωνικά ελεύθερο και τον επαναφέρει στην παγκόσμια οικογένεια, που είναι η εκκλησία των λυτρωμένων.

Ο Χριστός, είναι "η εικόνα του αόρατου Θεού", "ο πρωτότοκος κάθε κτίσης", "το απαύγασμα της δόξας και ο χαρακτήρας της υπόστασής του Θεού", "ο γεμάτος χάρη και αλήθεια". Αυτός ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του Ζώντος, για να φέρει σε πέρας το λυτρωτικό έργο του ανθρώπου πρώτα έπρεπε να εγκαταλείψει τη θεία δόξα, να κατέβει στη γη, να γίνει άνθρωπος και να πάρει μορφή δούλου.

ΦΙΛ 2:5  Το αυτό δε φρόνημα έστω εν υμίν, το οποίον ήτο και εν τω Χριστώ Ιησού, 6  όστις εν μορφή Θεού υπάρχων, δεν ενόμισεν αρπαγήν το να ήναι ίσα με τον Θεόν, 7  αλλ' εαυτόν εκένωσε λαβών δούλου μορφήν, γενόμενος όμοιος με τους ανθρώπους, 8  και ευρεθείς κατά το σχήμα ως άνθρωπος, εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού. 

Ώστε βλέπουμε ότι στην Καινή Διαθήκη δούλος έγινε ακόμα και ο ίδιος ο Υιός του Θεού, για να σώσει την ανθρωπότητα. Κάτι τέτοιο οι αρχαίοι Έλληνες θα το θεωρούσαν βέβηλο και πολύ αταίριαστο για τους θεούς που πίστευαν. Αυτούς που έπλασαν με τη φαντασία τους «κατ’ εικόνα» και ομοιότητά τους και που τους φόρτωσαν τα πάθη τους και ό,τι θεωρούσαν κολακευτικά στην αξιοπρέπειά τους.

Κι όμως για τον Θεό της αγάπης αποτελούσε βασική προϋπόθεση για τη σωτηρία του ανθρώπου.

Πηγές - Βιβλιογραφία
  • Χριστοφάκης Παν., Δουλεία: Έγκλημα Διαρκείας, Αθήνα 2006, εκδ. Λιβάνη.

  • Ζιάκας Αθ., Η δουλεία στον Φίλωνα τον Αλεξανδρέα, Θεσσαλονίκη 2018, Ρώμη.

  • Η Καινή Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας, υπό Παν. Τρεμπέλα, Αθήνα 1986, εκδ. Σωτήρ.

  • Τσιμπουκίδης Δημ., Ελεύθεροι και δούλοι, Ανατομία της δουλοκτητικής κοινωνικής σκέψης, Αθήνα 1991, εκδ. Καλέντης.

  • Γρηγόριος Καλαφάτης (Η δουλεία στη Ρωμαϊκή εποχή και στην προς Τίτον επιστολή 2:9-10)

  • Πνευματικές και Απολογητικές Μελέτες (www.apologitiki.blogspot.com)


147 Προβολές0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων

ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

ΠΡΑΞ 3:22 Διότι ο Μωϋσής είπε προς τους πατέρας, «Ότι Κύριος ο Θεός σας θέλει αναστήσει εις εσάς προφήτην εκ των αδελφών σας, ως εμέ∙ αυτού θέλετε ακούει κατά πάντα όσα εν λαλήση προς εσάς. ΡΩΜ 6:14 Δ

ΑΛΑΛΑΓΜΟΣ

Η Βίβλος είναι γεμάτη με παραδείγματα λατρείας με δυνατή φωνή. Στο βιβλίο των Ψαλμών, διαβάζουμε για τον βασιλιά Δαβίδ που έψαλε και ύμνησε τον Κύριο με δυνατή φωνή. Διακήρυξε το μεγαλείο του Θεού και

ΓΝΩΣΗ ΘΕΟΥ

Ο Θεός δεν θέλει να είμαστε μηχανές που απλά υπακούμε, δεν μας θέλει άβουλα όντα, ανελεύθερα, και βυθισμένα μέσα στην αβεβαιότητα της άγνοιας. Γι αυτό, αποκαλύπτει τον εαυτό Του, έτσι ώστε να Τον γνωρ

bottom of page