top of page
Αναζήτηση

ΑΔΑΠΑΝΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ

ΓΕΝ ιδ:18 Και ο Μελχισεδέκ, βασιλεύς Σαλήμ, έφερεν έξω άρτου και οίνον ήτο δε ιερεύς του Θεού του υψίστου. 19 Και ευλόγησεν αυτόν, και είπεν, Ευλογημένος ο Άβραμ παρά του Θεού του υψίστου, όστις έκτισε του ουρανόν και την γήν∙ 20 και ευλογητός ο Θεός ο ύψιστος, όστις παρέδωκε τους εχθρούς σου εις την χείρα σου. Και ο Άβραμ έδωκεν εις αυτόν δέκατον από πάντων.

ΓΕΝ ιδ:22 Είπε δε ο Άβραμ προς τον βασιλέα των Σοδόμων, Εγώ ύψωσα την χείρα μου προς Κύριον, τον Θεόν τον ύψιστον, όστις έκτισε τον ουρανόν και την γήν, 23 ότι δεν θέλω λάβει από πάντων των ιδικών σου από κλωστής έως λωρίου υποδήματος, διά να μή είπης, Εγώ επλούτισα τον Άβραμ.

ΑΡΙΘ ιη:20 Και είπε Κύριος προς τον Ααρών, Εν τη γή αυτών δεν θέλεις έχει κληρονομίαν, ουδέ θέλεις έχει μερίδα μεταξύ αυτών∙ εγώ είμαι η μερίς σου και η κληρονομία σου, εν μέσω των υιών Ισραήλ∙ 21 και ιδού, έδωκα εις τους υιούς Λεϋί πάντα τα δέκατα του Ισραήλ εις κληρονομίαν, διά την υπηρεσίαν αυτών την οποίαν υπηρετούσι, την υπηρεσίαν της σκηνής του μαρτυρίου∙

Α’ ΣΑΜ ιβ:3 ιδού εγώ∙ μαρτυρήσατε κατ’ εμού ενώπιον του Κυρίου, και ενώπιον του κεχρισμένου αυτού∙ τίνος τον βούν έλαβον; ή τίνα ηδίκησα; τίνα καταδυνάστευσα; ή εκ χειρός τίνος έλαβον δώρα, δια να τυφλώσω τους οφθαλμούς μου δια τούτων; και θέλω αποδώσει εις εσάς. 4 Οι δέ είπον, Δέν ηδίκησας ημάς, ουδέ καταδυνάστευσας ημάς, ουδέ έλαβες τι εκ της χειρός τινός. 5 Και είπε προς αυτούς, Μάρτυς ο Κύριος εις εσάς, μάρτυς και ο κεχρισμένος αυτού την ημέραν ταύτην, ότι δεν ευρήκατε εις την χείρα μου ουδέν. Και απεκρίθησαν, Μάρτυς.

Β’ ΒΑΣ ε:15 ... όθεν τώρα δέχθητι, παρακαλώ, δώρον παρά του δούλου σου. 16 Ο δε είπε, Ζή Κύριος, ενώπιον του οποίου παρίσταμαι, δεν θέλω δεχθή. Ο δε εβίαζεν αυτόν να δεχθή, αλλά δεν έστρεξε.

ΜΑΤΘ ι:5 Τούτους τους δώδεκα αποστόλους απέστειλεν ο Ιησούς, και παρήγγειλεν εις αυτούς λέγων, ... 8 Δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δότε. 9 μή έχετε χρυσόν, μηδέ άργυρον, μηδέ χαλκόν εις τας ζώνας σας∙ 10 μή σακκίον διά την οδόν, μηδέ δύο χιτώνας, μηδέ υποδήματα, μηδέ ράβδον∙ διότι ο εργάτης είναι άξιος της τροφής αυτού.

ΛΟΥΚ ι:7 Εν αυτή δε τη οικία μένετε τρώγοντες και πίνοντες τα παρ’ αυτών διδόμενα∙ διότι ο εργάτης είναι άξιος του μισθού αυτού· μη μεταβαίνετε εξ οικίας εις οικίαν.

ΛΟΥΚ κβ:35 Και είπε προς αυτούς, Οτε σας απέστειλα χωρίς βαλαντίου και σακκίου και υποδυμάτων, μήπως εστερήθητε τινός; Οι δε είπον, Ουδενός.

ΡΩΜ ιε:26 διότι ευηρεστήθησαν η Μακεδονία και Αχαΐα να κάμωσι τινά βοήθειαν εις τους πτωχούς των αγίων των εν Ιερουσαλήμ. 27 Ευηρεστήθησαν τωόντι, και είναι οφειλέται αυτών∙ διότι εάν τα έθνη έγειναν συγκοινωνοί αυτών εις τα πνευματικά, χρεωστούσι να υπηρετώσιν αυτούς και εις τα σωματικά.

ΠΡΑΞ η:18 Ιδών δε ο Σίμων, ότι δια της επιθέσεως των χειρών των αποστόλων δίδεται το Πνεύμα το Αγιον, προσέφερεν εις αυτούς χρήματα, 19 λέγων, Δότε και εις εμέ την εξουσίαν ταύτην, ώστε εις όντινα επιθέτω τας χείρας, να λαμβάνει Πνεύμα Αγιον. 20 Και ο Πέτρος είπε προς αυτόν, Το αργύριόν σου ας είναι μετά σου εις απώλειαν, διότι ενόμισας ότι η δωρεά του Θεού αποκτάται διά χρημάτων.

ΠΡΑΞ ιη:3 και επειδή ήτο ομότεχνος, έμενε παρ’ αυτοίς και ειργάζετο∙ διότι ήσαν σκηνοποιοί την τέχνην.

ΠΡΑΞ κ:33 Αργύριον ή χρυσίον ή ιμάτιον ουδενός επεθύμησα. 34 Σείς δε αυτοί εξεύρετε ότι εις τας χρείας μου και εις τους όντας μετ’ εμού, αι χείρες αύται υπηρέτησαν. 35 Κατά πάντα υπέδειξα εις εσάς, ότι ούτω κοπιάζοντες πρέπει να βοηθάτε τους ασθενείς, και να ενθυμήσθε τους λόγους του Κυρίου Ιησού, ότι αυτός είπε, Μακάριον είναι να δίδη τις μάλλον παρά να λαμβάνη.

Α’ ΚΟΡ δ:12 και κοπιώμεν εργαζόμενοι με τας ιδίας ημών χείρας∙...

Α’ ΚΟΡ θ:6 ή μόνος εγώ και ο Βαρνάβας δεν έχωμεν εξουσίαν να μή εργαζώμεθα; 7 Τίς ποτέ εκστρατεύει με ίδια αυτού έξοδα; Τίς φυτεύει αμπελώνα και δεν τρώγει εκ του καρπού αυτού; Η τίς ποιμένει ποίμνιον, και δεν τρώγει εκ του γάλακτος του ποιμνίου; 8 Μήπως κατά άνθρωπον λαλώ ταύτα; ή δεν λέγει ταύτα και ο νόμος; 9 διότι εν τω νόμω του Μωυσέως είναι γεγραμμένον, ‘Δεν θέλεις εμφράξει το στόμα βοός αλωνίζοντος.’ Μήπως μέλει τον Θεόν περί των βοών; 10 Ή δι’ ημάς βεβαίως λέγει τούτο; διότι δι’ ημάς εγράφη, ότι ο αρωτριών, με ελπίδα πρέπει να αροτριά∙ και ο αλωνίζων, με ελπίδα να μετέχη της ελπίδος αυτού. 11 Εάν ημείς εσπείραμεν εις εσάς τα πνευματικά, μέγα είναι εάν ημείς θερίσωμεν τα σαρκικά σας; 12 Εάν άλλοι μετέχωσι της εφ’ υμάς εξουσίας, δεν πρέπει μάλλον ημείς; Αλλά δεν μετεχειρίσθημεν την εξουσίαν ταύτην∙ αλλ’ υποφέρομεν πάντα διά να μή προξενήσωμεν εμπόδιόν τι εις το ευαγγέλιον του Χριστού. 13 Δεν εξεύρετε ότι οι εργαζόμενοι εις τα ιερά, εκ του ιερού τρώγουσιν; οι ενασχολούμενοι εις το θυσιαστήριον, μετά του θυσιαστηρίου λαμβάνουσι μερίδιον; 14 Ούτω και ο Κύριος διέταξεν, οι κηρύττοντες το ευαγγέλιον να ζώσιν εκ του ευαγγελίου. 15 Πλήν εγώ ουδέν τούτων μετεχειρίσθην, ουδέ έγραψα ταύτα, διά να γείνη ούτως εις εμέ∙ διότι καλόν είναι εις εμέ να αποθάνω μάλλον, παρά να ματαιώση τις το καύχημά μου. ... 18 Τις λοιπόν είναι ο μισθός μου; Το να κάμω αδάπανον το Ευαγγέλιον του Χριστού δια της κηρύξεώς μου, ώστε να μη κάμνω κατάχρησιν της εξουσίας μου εν τω Ευαγγελίω.

Β’ ΚΟΡ ια:7 Ή έπραξα αμαρτίαν, ταπεινόνων εμαυτόν διά να υψωθήτε σείς, διότι σας εκήρυξα δωρεάν το ευαγγέλιον του Θεού;

Β’ ΚΟΡ ιβ:13 Διότι κατά τί εμείνατε κατώτεροι των λοιπών εκκλησιών, ειμή ότι αυτός εγώ δεν σας κατεβάρυνα; συγχωρήσατέ μοι την αδικίαν ταύτην.

ΓΑΛ ς:6 Ο δε κατηχούμενος τον λόγον, ας κάμνη τον κατηχούντα μέτοχον εις πάντα τα αγαθά αυτού.

Α’ ΘΕΣ β:5 Διότι ούτε λόγον κολακείας μετεχειρίσθημεν ποτέ, καθώς εξεύρετε, ούτε πρόφασιν πλεονεξίας∙ μάρτυς ο Θεός. .... 9 Διότι ενθυμείσθε αδελφοί τον κόπον ημών και τον μόχθον∙ επειδή νύκτα και ημέραν εργαζόμενοι, διά να μή επιβαρύνομεν τινά εξ υμίν, εκηρύξαμεν εις εσάς το ευαγγέλιον του Θεού.

Β’ ΘΕΣ γ.7 Επειδή σείς εξεύρετε πως πρέπει να μιμείσθε ημάς∙ διότι δεν εφέρθημεν ατάκτως μεταξύ σας, 8 ουδέ εφάγομεν δωρεάν άρτον παρά τινός, αλλά μετά κόπου και μόχθου, νύκτα και ημέραν εργαζόμενοι, δια να μη επιβαρύνομεν μηδένα υμών. 9 Ουχί διότι δεν έχομεν εξουσίαν, αλλά δια να σας δώσωμεν εαυτούς τύπον εις το να μιμήσθε ημάς.

Α’ ΤΙΜ γ:3 ουχί μέθυσος, ουχί πλήκτης, ουχί αισχροκερδής, αλλ' επιεικής, άμαχος, αφιλάργυρος,

ΤΙΤ α:7 Διότι πρέπει ο επίσκοπος να ήναι ανέγκλητος, ως οικονόμος Θεού, μη αυθάδης, μη οργίλος, μη μέθυσος, μη πλήκτης, μη αισχροκερδής, …

Α’ ΠΕΤΡ ε:2 ποιμάνατε το μεταξύ σας ποίμνιον του Θεού, επισκοπούντες μη αναγκαστικώς αλλ' εκουσίως, μηδέ αισχροκερδώς αλλά προθύμως,

27 Προβολές0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων

ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

ΠΡΑΞ 3:22 Διότι ο Μωϋσής είπε προς τους πατέρας, «Ότι Κύριος ο Θεός σας θέλει αναστήσει εις εσάς προφήτην εκ των αδελφών σας, ως εμέ∙ αυτού θέλετε ακούει κατά πάντα όσα εν λαλήση προς εσάς. ΡΩΜ 6:14 Δ

ΑΛΑΛΑΓΜΟΣ

Η Βίβλος είναι γεμάτη με παραδείγματα λατρείας με δυνατή φωνή. Στο βιβλίο των Ψαλμών, διαβάζουμε για τον βασιλιά Δαβίδ που έψαλε και ύμνησε τον Κύριο με δυνατή φωνή. Διακήρυξε το μεγαλείο του Θεού και

ΓΝΩΣΗ ΘΕΟΥ

Ο Θεός δεν θέλει να είμαστε μηχανές που απλά υπακούμε, δεν μας θέλει άβουλα όντα, ανελεύθερα, και βυθισμένα μέσα στην αβεβαιότητα της άγνοιας. Γι αυτό, αποκαλύπτει τον εαυτό Του, έτσι ώστε να Τον γνωρ

bottom of page